Skip to content

Month: Ιούλιος 2020

Σωματική Άσκηση Και Πρόσληψη Γλυκόζης

Ο μεταφορέας γλυκόζης 4 (GLUT4) είναι πρωτεΐνη αποφασιστικής σημασίας  για την πρόσληψη γλυκόζης από τους σκελετικούς μυς ως απόκριση στην ινσουλίνη και τη μυϊκή συστολή/άσκηση. Η σωματική άσκηση αυξάνει τη μετακίνηση του μεταφορέα γλυκόζης  στη μεμβράνη των μυϊκών κυττάρων (σαρκείλημα και εγκάρσιους (Τ) σωληνίσκους)  και, μακροπρόθεσμα, τη συνολική διαθεσιμότητα της συγκεκριμένης πρωτεΐνης. Συγκεκριμένα: Η συγκέντρωση του μεταφορέα γλυκόζης GLUT4 στους σκελετικούς μυς συσχετίζεται με την ικανότητα μεταφοράς της γλυκόζης ως απόκριση της δράσης της ινσουλίνης και των μυϊκών συστολών /σωματικής άσκησης. Η μετακίνηση του μεταφορέα γλυκόζης στο σαρκείλημα και στους εγκάρσιους σωληνίσκους αποτελεί βασική διεργασία για την αύξηση της πρόσληψης

Συνάντηση μελών Exercise is Μedicine-Greece με τον Yπουργό Yγείας Βασίλη Κικίλια και τον Γενικό γραμματέα Δημόσιας Υγείας Παναγιώτη Πρεζεράκο.

Μπορεί η σωματική άσκηση να συνταγογραφηθεί από τον γιατρό μας; Προλαμβάνονται ασθένειες και αντιμετωπίζονται χρόνιες νόσοι με την κατάλληλη σωματική άσκηση; Αυτά ήταν μερικά από όσα συζήτησαν ο Υπουργός Υγείας κ. Βασίλης Κικίλιας και ο Γενικός Γραμματέας Δημόσιας Υγείας κ. Παναγιώτης Πρεζεράκος με μέλη του Εθνικού Κέντρου “Exercise is Medicine-Greece” (“Η Άσκηση είναι Φάρμακο-Ελλάς”).

Η Λήψη L-Κιτρουλίνης Ενισχύει Τα Αγγειακά Και Μυϊκά Οφέλη Της Σωματικής Άσκησης Σε Ηλικιωμένα Άτομα

Η γήρανση συνδέεται με υψηλή αρτηριακή πίεση και μειωμένη μυϊκή μάζα και δύναμη, που μπορεί να διαμεσολαβούνται από τη μείωση της βιοδιαθεσιμότητας του μονοξειδίου του αζώτου. Η από του στόματος λήψη κιτρουλίνης αυξάνει την συγκέντρωση της L-αργινίνης στο πλάσμα του αίματος καθώς και την παραγωγή μονοξειδίου του αζώτου. Τα συμπληρώματα L-κιτρουλίνης αυξάνουν τη μυϊκή πρωτεϊνοσύνθεση, τη μυϊκή μάζα και τη μεταφορά οξυγόνου που μπορούν να βελτιώσουν τη σωματική απόδοση. Σε συνδυασμό με τη σωματική άσκηση, η L-κιτρουλίνη μπορεί να βελτιώσει την αγγειακή και μυϊκή λειτουργία μέσω της αύξησης της βιοδιαθεσιμότητας του μονοξειδίου του αζώτου και της μυϊκής πρωτεϊνοσύνθεσης σε ηλικιωμένα

Μεταβολική Απόκριση Των Οστών Στην Άσκηση Και Τη Διατροφή

Οι δείκτες αναδιαμόρφωσης των οστών είναι προϊόντα οστικών πρωτεϊνών ή κυττάρων και αντιπροσωπεύουν διεργασίες που ενέχονται στο σχηματισμό ή στην απορρόφηση του οστού. Τα ερεθίσματα (τόσο μηχανικά όσο και μεταβολικά) που προκαλούνται από μια μεμονωμένη συνεδρία άσκησης συνήθως επιφέρουν αύξηση των δεικτών που είναι ενδεικτικοί οστικής απορρόφησης, ενώ οι χρόνιες προσαρμογές στην τακτική σωματική άσκηση οδηγούν συνήθως σε αύξηση του οστικού σχηματισμού. Η κατάσταση θρέψης και η πρόσληψη θρεπτικών συστατικών (μεμονωμένο γεύμα) μπορεί να μετριάσουν τη μεταβολική απόκριση των οστών στην άσκηση. Η κατάλληλη χρήση βιοδεικτών παρέχει τη δυνατότητα διεύρυνσης των γνώσεών μας σχετικά με τις οξείες αποκρίσεις των οστών

Καρδιοαναπνευστική Ικανότητα, Αναγόμενη Ως Προς Την Άλιπη Σωματική Μάζα, Και Κίνδυνος Θνησιμότητας

Η σύσταση του σώματος επηρεάζει την καρδιοαναπνευστική ικανότητα και τη σχέση της με τον κίνδυνο θνησιμότητας. Αν και η καρδιοαναπνευστική ικανότητα εκφράζεται συνήθως αναγόμενη ως προς το συνολικό σωματικό βάρος, ως ένας εύκολος τρόπος κανονικοποίησης αυτής της παραμέτρου σε διαφορετικά μεγέθη σώματος, αποτελέσματα επιστημονικής μελέτης σε 2.905 ενήλικες κατά τη διάρκεια της περιόδου 1970 έως 2016, υποδηλώνουν ότι η καρδιοαναπνευστική ικανότητα  πρέπει να ανάγεται ως προς την άλιπη σωματική μάζα, καθώς αυτό ενισχύει την προγνωστική της ικανότητα. Πιο συγκεκριμένα, η μέγιστη (ή η κορυφαία επιτευχθείσα) πρόσληψη οξυγόνου αναγόμενη ως προς την άλιπη σωματική μάζα (VO2peak/FFM) εμφάνισε αντίστροφη σχέση με τη

Σωματική Δραστηριότητα Και Καρδιομεταβολικοί Παράγοντες Κινδύνου Σε Παιδιά Και Εφήβους

Πρόσφατη επιστημονική μελέτη σε 1.219 παιδιά ηλικίας 7 έως 13 ετών στην Αυστραλία  ανέδειξε τρία διαφορετικά πρότυπα καθημερινής σωματικής δραστηριότητας στους νέους αυτής της ηλικίας και τα συσχέτισε με τον κίνδυνο εμφάνισης παχυσαρκίας και άλλων καρδιομεταβολικών διαταραχών: 1. Οι «συνεχώς καθιστοί», οι οποίοι χαρακτηρίζονταν από παρατεταμένη καθιστική καθημερινότητα και ελάχιστο χρόνο έντονης  σωματικής δραστηριότητας. 2. Οι «διαλειμματικοί», που παρουσίαζαν τη μεγαλύτερη συχνότητα διακοπής της σωματικής αδράνειας και συνεχή εναλλαγή της με σύντομες περιόδους σωματικής δραστηριότητας ποικίλων εντάσεων. 3. Οι «αεικίνητοι», με τον λιγότερο χρόνο καθιστικής καθημερινότητας και τον περισσότερο χρόνο τους αφιερωμένο σε σωματική δραστηριότητα ποικίλων εντάσεων. Οι «διαλειμματικοί» νέοι,